Η ανατολή, η εμφάνιση δηλαδή μέσα στο στόμα των είκοσι παιδικών δοντιών ολοκληρώνεται, τον τρίτο χρόνο της ζωής. Τα πρώτα μόνιμα δόντια αρχίσουν να εμφανίζονται γύρω στον 6ο χρόνο και είναι συνήθως τα κάτω πρόσθια συγχρόνως δε γίνεται και η εμφάνιση των πρώτων μόνιμων γομφίων που είναι γνωστοί και ως εξαρίτες. Η ολοκλήρωση της ανατολής των μόνιμων δοντιών γίνεται με την εμφάνιση των δευτέρων γομφίων περίπου στο 12ο με 13ο έτος. Στη φάση αυτή τα μόνιμα δόντια είναι 28. Τα μόνα δόντια που μένουν είναι οι τέσσερις σωφρονιστήρες (φρονιμίτες), οι οποίοι συνήθως ανατέλλουν μετά την ηλικία των δεκαπέντε ετών, παρότι συχνά παραμένουν έγκλειστοι μέσα στη γνάθο ή δεν υπάρχουν καθόλου. Οι ηλικίες που αναφέραμε παραπάνω μερικές φορές δεν ισχύουν καθώς μπορεί να υπάρξει καθυστέρηση στην ανατολή των μόνιμων δοντιών, χωρίς αυτό να είναι ιδιαίτερο πρόβλημα.
Όταν έρθει η ώρα που ένα νεογιλό δόντι θα πέσει για να ανατείλει το μόνιμο σύμφωνα με τον μύθο εμφανίζεται η νεράιδα των δοντιών, ένα ξωτικό ιδιαίτερα αγαπητό μεταξύ των παιδιών. Οι γονείς παρακινούν τα παιδιά να τοποθετήσουν τη νύχτα, λίγο πριν κοιμηθούν, το πεσμένο τους δοντάκι κάτω από το μαξιλάρι τους. Η νεράιδα θα έρθει πετώντας στο παιδικό δωμάτιο, θα πάρει κάτω από το μαξιλάρι το πεσμένο δοντάκι και θα βάλει στη θέση του ένα νόμισμα η ένα μικρό δώρο.
Η παράδοση της νεράιδας των δοντιών είναι ευρέως γνωστή και τηρείται σαν έθιμο σε διάφορες χώρες. Η επικρατέστερη θεωρία είναι πως ο μύθος ξεκίνησε τον 13ο αιώνα στη μακρινή Ισλανδία οπότε και τα μεσαιωνικά ισλανδικά λογοτεχνικά έργα ανέφεραν για πρώτη φορά ότι δίνονταν αμοιβή που ένα παιδί έχανε το πρώτο του δόντι. Σκοπός, προφανώς, ήταν με την ευχάριστη αυτή διαδικασία τα παιδιά να αρχίσουν να φροντίζουν τη στοματική τους υγιεινή από νεαρή ηλικία.